Η είδηση, πριν από λίγες ημέρες, που προερχόταν από τη μακρινή Αυστραλία αφορούσε σχεδόν όλο τον κόσμο. Ή τουλάχιστον τους γονείς, τους καθηγητές, τους πολιτικούς και τους επαγγελματίες οι οποίοι ανησυχούν για τη λεγόμενη «σκοτεινή πλευρά» του Διαδικτύου και της κοινωνικής δικτύωσης.
Ο αλγόριθμος δεν περιμένει το παιδί να ψάξει τη λέξη «θάνατος» – Του σερβίρει βίντεο με βάση το τι κοιτά και πού σταματά
Σύμφωνα με μια πρόβλεψη, λοιπόν, οι αυστραλοί έφηβοι κάτω των 16 ετών θα απαγορεύεται από τις 10 Δεκεμβρίου να δημιουργούν λογαριασμούς στο YouTube, σε μια επέκταση της πρώτης παγκοσμίως απαγόρευσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για τους νέους, στην οποία περιλαμβάνονται πλατφόρμες όπως το Snapchat, το TikTok, το Facebook, το Instagram και το X.
Η απόφαση λαμβάνεται καθώς η ρυθμιστική Αρχή του Διαδικτύου της Αυστραλίας ζήτησε από την κυβέρνηση της χώρας να συμπεριλάβει το YouTube στη γενική απαγόρευση και να άρει έτσι την προηγούμενη απόφαση, που είχε επιτρέψει στη βιντεοπύλη να παρακάμψει την πολιτική.
«Ξέρουμε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκαλούν κοινωνικό κακό», δήλωσε σχετικά ο Αντονι Αλμπανέζε, ο κεντροαριστερός πρωθυπουργός της Αυστραλίας, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, ενώ η υπουργός Επικοινωνίας της κυβέρνησης των Εργατικών Ανίκα Γουέλς ανέφερε ότι η κυβέρνηση προχωρά στο μέτρο για να προστατεύσει τα παιδιά από τους «αρπακτικούς αλγόριθμους».
Με τον τρόπο της η κυβέρνηση της μακρινής χώρας μπαίνει μπροστά σε έναν αγώνα που περιλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερη ανησυχία για το ανεξέλεγκτο σκοτεινό Ιντερνετ, όπου οι επιθυμίες των ατόμων συγχέονται με τις εντολές των αλγόριθμων και η προβολή θέσεων με τη διαφήμιση και το εμπορικό προμοτάρισμα.
Στο πλαίσιο αυτό ξεχωρίζει το μπεστ σέλερ του κοινωνικού ψυχολόγου Τζόναθαν Χάιντ «Η γενιά του άγχους» (εκδ. Παπασωτηρίου, 2024) που δείχνει πώς ακριβώς η ψυχική υγεία των εφήβων πήρε την κατιούσα σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο. Παράλληλα, επισημαίνει τη σπουδαιότητα του ελεύθερου παιχνιδιού, που βοηθά το παιδί να ωριμάσει και να εξελιχθεί σε ικανό και ευτυχισμένο ενήλικο.
Εξηγεί πώς έγινε η ατυχής μετάβαση από τις γενιές του παιχνιδιού στη γενιά της οθόνης και αναλύει τους μηχανισμούς με τους οποίους η «Μεγάλη Απορρύθμιση» της παιδικής ηλικίας επηρέασε δυσμενώς την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών: ανεπαρκής ύπνος, κατακερματισμός προσοχής, εθισμός, μοναχικότητα, κοινωνική σύγκριση, τελειοθηρία.
Επειτα εξηγεί γιατί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης βλάπτουν περισσότερο τα κορίτσια – και με ποιον τρόπο τα αγόρια, από την άλλη, βρήκαν καταφύγιο στον ψηφιακό κόσμο, δραπετεύοντας από τον πραγματικό, με ολέθριες συνέπειες για τον εαυτό τους, την οικογένειά τους αλλά και την κοινωνία στην οποία ζουν.
Το ντοκιμαντέρ που σοκάρει
Το φαινόμενο παρουσιάζει στις πιο δραματικές του διαστάσεις το ντοκιμαντέρ «Can’t look away – the case against social media», το οποίο βγαίνει στους βρετανικούς κινηματογράφους και την πλατφόρμα jolt.film από τις 8 του μήνα. Η περιγραφή της Καθ Κλαρκ στην «Guardian» μπορεί να φέρνει οικείες εικόνες από πολλά ελληνικά δωμάτια.
«Στην αρχή είναι απλώς ένα μήνυμα. Μια ειδοποίηση. Μια νέα επαφή. Μια εφαρμογή ανοιχτή στο φως της οθόνης, μέσα στο σκοτάδι του δωματίου. Το παιδί είναι εκεί, στον κόσμο του. Στη σφαίρα του Instagram, του TikTok, του Snapchat. Κι εσύ, στην απέναντι πλευρά της πόρτας, ακούς μόνο σιωπή. Νομίζεις πως είναι ασφαλές. Μα ο αλγόριθμος έχει ήδη αποφασίσει».
Το «Can’t look away» είναι ένα ντοκιμαντέρ που δεν μπορείς και δεν πρέπει να αγνοήσεις. Ενα χρονικό της ψηφιακής εποχής, όπου τα παιδιά εισέρχονται σε ένα τοπίο που μοιάζει όλο και περισσότερο με κόλαση – κι εμείς, οι ενήλικοι, δεν έχουμε ιδέα. Οι σκηνοθέτες Μάθιου Ο’Νιλ και Πέρι Πελτζ, με υλικό βασισμένο στην εκτενή έρευνα της δημοσιογράφου Ολίβια Κάρβιλ του Bloomberg, καταγράφουν την οδύνη, την οργή και τον αγώνα των γονιών που έχασαν τα παιδιά τους εξαιτίας της σκοτεινής πλευράς των κοινωνικών δικτύων.
Το πρώτο παράδειγμα είναι ήδη τραγικό. Το 2020, η Εϊμι Νέβιλ βρήκε τον 14χρονο γιο της νεκρό στο υπνοδωμάτιό του. Είχε πάρει ένα χάπι που πίστευε ότι ήταν οξυκωδόνη, αγορασμένο – σύμφωνα με την ίδια – από έμπορο ναρκωτικών μέσω Snapchat. Το χάπι ήταν παγίδα: περιείχε φαιντανύλη. Τέσσερα χρόνια αργότερα, η ίδια στέκεται μπροστά σε μαθητές στο λύκειο όπου θα φοιτούσε ο Αλεξ και λέει: «Δίνουμε στα παιδιά μας smartphones. Τους επιτρέπουμε να έχουν αυτά τα apps. Είναι σαν να τα αφήνουμε μόνα τους στη χειρότερη γειτονιά της πόλης».
Το ντοκιμαντέρ παρουσιάζει την υπόθεση της οικογένειας Ρόμπερτς: η 14χρονη Ενγκλιν αυτοκτόνησε αφού παρακολούθησε βίντεο προσομοίωσης απαγχονισμού στο Instagram. Οι γονείς της μήνυσαν τη Meta. «Ξέρουν πόσο ευάλωτα είναι τα παιδιά μας. Αλλά δεν θα αλλάξουν, αν δεν τους υποχρεώσουμε μέσω της Δικαιοσύνης», λέει η μητέρα Μπράντι Ρόμπερτς στην κάμερα.
Οι δημιουργοί δεν ωραιοποιούν τίποτα. Σε προβολές της ταινίας, ρωτούν συχνά τους εφήβους αν έχουν δει αυτοκτονία στα social media. Σχεδόν όλα τα χέρια σηκώνονται. Ο αλγόριθμος δεν περιμένει το παιδί να ψάξει τη λέξη «θάνατος». Του σερβίρει βίντεο με βάση το τι κοιτά, πού σταματά, τι του τραβά το ενδιαφέρον. Μια 13χρονη που αναζητεί υγιεινές συνήθειες διατροφής μπορεί σε λίγα λεπτά να βομβαρδιστεί με περιεχόμενο υπέρ της νευρικής ανορεξίας. Το ταξίδι από το αθώο στο επικίνδυνο είναι εξαιρετικά σύντομο. «Δεν είναι απλώς εθισμός ή σπατάλη χρόνου», λέει ο Ο’Νιλ. «Είναι η ίδια η ύπαρξη των παιδιών που απειλείται».
Όπλα, αίμα, αυτοκαταστροφή
Το πιο σοκαριστικό παράδειγμα; Ο Μέισον Ιντενς, 16 ετών, χώρισε από την κοπέλα του και αναζήτησε υποστήριξη στο TikTok. Βρέθηκε αντιμέτωπος με βίντεο που απεικόνιζαν όπλα, αίμα, μηνύματα αυτοκαταστροφής. Αυτοκτόνησε λίγες ημέρες μετά. «Ούτε που πίστευα ότι είχε αναζητήσει κάτι τέτοιο», λέει η μητέρα του, Τζένι. Το TikTok απλώς «ήξερε» καλύτερα τι να του δείξει.
Η οικονομική πλευρά είναι εξίσου ζοφερή. Το 2022, τα social media συγκέντρωσαν 11 δισεκατομμύρια δολάρια από διαφημίσεις στοχευμένες σε ανηλίκους. Οσο περισσότερη ώρα παραμένει ένα παιδί στην εφαρμογή, τόσο μεγαλύτερο το κέρδος. «Αυτό είναι το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Δεν είναι ατύχημα. Είναι σχεδιασμένο έτσι», εξηγεί η Πελτζ.
Το ντοκιμαντέρ φέρνει στο προσκήνιο και τις φωνές των whistleblowers, όπως ο Αρτούρο Μπέχαρ, πρώην στέλεχος του Facebook και του Instagram, που ανέδειξε εσωτερικά τη σοβαρότητα των ευρημάτων. Σε έρευνα της Meta, ένας στους οκτώ εφήβους (13-15 ετών) είχε δεχθεί ανεπιθύμητη σεξουαλική προσέγγιση στο Instagram… μέσα σε μία εβδομάδα. Ο Μπέχαρ έστειλε e-mail στον Μαρκ Ζάκερμπεργκ και σε άλλα κορυφαία στελέχη. Καμία απάντηση.
Η ταινία εξιστορεί και την τραγωδία του Τζόρνταν ΝτιΜέι, ενός 17χρονου από το Μίσιγκαν. Επεσε θύμα sextortion (σεξουαλικού εκβιασμού) στο Instagram: πίστεψε πως συνομιλούσε με μια συνομήλική του, της έστειλε γυμνές φωτογραφίες και αμέσως δέχθηκε απειλές για δημοσιοποίησή τους. Μέσα σε έξι ώρες αυτοκτόνησε.
Η πρακτική του σεξουαλικού ακτιβισμού καταγράφεται πλέον ως μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες μορφές διαδικτυακού εγκλήματος. Η Πελτζ μεταφέρει μία απλή αλλά κρίσιμη συμβουλή: «Μιλήστε με τα παιδιά σας. Πείτε τους: «Αν ποτέ σου συμβεί κάτι τέτοιο, έλα σε εμάς χωρίς φόβο»».
Το ντοκιμαντέρ κλείνει με μια σημαντική δικαστική μάχη στο Λος Αντζελες. Η Εϊμι Νέβιλ ηγείται αγωγής κατά του Snapchat για τον ρόλο του στη διακίνηση ναρκωτικών. Το Snap κατηγορείται πως με χαρακτηριστικά όπως το Quick Add και τα αυτοκαταστρεφόμενα μηνύματα λειτουργεί ουσιαστικά ως άβατο για εμπόρους. Η εταιρεία, από την πλευρά της, επικαλείται τον Νόμο Επικοινωνιακής Αξιοπρέπειας του 1996, που προστατεύει τις πλατφόρμες από ευθύνη για περιεχόμενο χρηστών – μια νομική ασπίδα που πλέον δέχεται πυρά από πολλές πλευρές.
«Αυτό δεν είναι ευθύνη των γονιών», τονίζει η Πελτζ. «Οι γονείς δεν μπορούν να ανταγωνιστούν την τεχνολογία. Οι πλατφόρμες πρέπει να γίνουν υπεύθυνες. Δεν μπορούμε να ρίχνουμε άλλο το φταίξιμο στους γονείς». Και τα παιδιά; «Πολλοί λένε «το δικό μου παιδί δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο». Ομως τα παιδιά είναι παιδιά. Κάνουν λάθη. Και δεν πρέπει να πεθαίνουν γι’ αυτά».
Ο επίλογος του ντοκιμαντέρ δεν είναι απλώς η καταγραφή μιας τραγωδίας· είναι μια κραυγή αφύπνισης, καθώς μας φέρνει αντιμέτωπους με μια δυσάρεστη αλήθεια: τα παιδιά μας μεγαλώνουν σε έναν ψηφιακό κόσμο που δεν μπορούμε πια να ελέγξουμε. Δεν αρκεί πια να κρύβουμε τα προβλήματα πίσω από λέξεις όπως «εθισμός» ή «κακή χρήση». Τα κοινωνικά δίκτυα, με τα πανίσχυρα αλγοριθμικά τους φίλτρα και τα επιχειρηματικά τους μοντέλα, συντηρούν και προωθούν περιεχόμενο που σκοτώνει.
Η ευθύνη βαραίνει εταιρείες, νομοθέτες και κοινωνίες. Οι γονείς, όσο και αν προσπαθούν, δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν μόνοι τους μια τεχνολογία σχεδιασμένη να υπερβαίνει τις ανθρώπινες αντιστάσεις. Το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ακούσουμε αυτές τις ιστορίες, να κοιτάξουμε κατάματα το πρόβλημα και να πάψουμε να κοιτάμε αλλού. Γιατί το τίμημα της αδιαφορίας είναι η ίδια η ζωή των παιδιών μας.
Premium έκδοση «Τα ΝΕΑ»
The post Social media: Όταν οι αλγόριθμοι στήνουν παγίδες θανάτου appeared first on Polis Media.